Ο Δήμος Πατρέων, στο πλαίσιο της τελετής έναρξης του 13ου Εθνικού Συνεδρίου Χαρτογραφίας, με γενικό τίτλο «Η χαρτογραφία στο διαδίκτυο, σύγχρονες τάσεις και προοπτικές» και τη συμμετοχή προσωπικοτήτων από τον διεθνή χώρο, θα εγκαινιάσει την έκθεση «Χαρτών μνήμες, Πάτρα 1831-1943».
Τα εγκαίνια της έκθεσης, στην οποία θα παρουσιαστεί και σχετικό βιβλίο, που εκπόνησαν οι μηχανικοί του Δήμου, θα γίνουν στην Αγορά Αργύρη, την Τετάρτη 22 Οκτωβρίου στις 6.30 το απόγευμα.
Στον πρόλογο τού υπό έκδοση βιβλίου, που υπογράφουν οι μηχανικοί του Δήμου Πατρέων (Ελένη Αλεξοπούλου και Στέλιος Σταματίου), που εργάστηκαν για το βιβλίο, αναφέρονται τα εξής:
«Η ενασχόλησή μας με το Σχέδιο Πόλεως της Πάτρας ξεκίνησε πριν από τριάντα χρόνια περίπου, όταν ως πρωτοδιόριστοι μηχανικοί στον Δήμο τοποθετηθήκαμε στη Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών. Η υπηρεσιακή καθημερινότητα ήταν αυτή που μας άνοιξε τον δρόμο και μας έκανε κοινωνούς του Σχεδίου της πόλης στην οποία ζούσαμε, αποκαλύπτοντάς μας έναν θησαυρό διαγραμμάτων τα οποία, διπλωμένα –για να μην πιάνουν τόπο–, αποτελούσαν το αρχειακό υλικό του Δήμου.
Τα «αραχνοΰφαντα» διαγράμματα, που μετρούσαν τότε πάνω από 100 χρόνια ζωής, με τα καλλιγραφικά γράμματα στους τίτλους και στα υπομνήματα, με τις υπογραφές βασιλέων και υπουργών, απλώνονταν καθημερινά στα τραπέζια και πάνω τους με χάρακες και μολύβια όλοι εμείς οι ενασχολούμενοι με το Σχέδιο Πόλεως, χρησιμοποιώντας τα ως το κυρίως υπόβαθρο της δουλειάς μας, ερμηνεύαμε, μετρούσαμε, σχεδιάζαμε και αποφασίζαμε για την εφαρμογή του, αλλοιώνοντας εν μέρει το περιεχόμενο αυτών των κειμηλίων.
Η συνεχής χρήση είχε αρχίσει από τότε να αφήνει τα σημάδια της, αφού τα διαγράμματα είχαν αρχίσει να ξεθωριάζουν και να φθείρονται και η επιβεβλημένη συντήρησή τους γινόταν εκ των ενόντων με κολλητικές ταινίες, οι οποίες κάλυπταν κυρίως τα σκισίματα, αφήνοντας όμως έντονα τα ίχνη τους πάνω σε αυτό το εξαιρετικά «λεπτεπίλεπτο» υλικό.
Σταδιακά, συνειδητοποιώντας την αξία της μοναδικότητας και ιστορικότητας των διαγραμμάτων και με σύμμαχο τις δυνατότητες που η ηλεκτρονική τεχνολογία προσφέρει, όλο αυτό το αρχειακό υλικό ψηφιοποιήθηκε και ασφαλές πλέον θα μείνει ως παρακαταθήκη στους επόμενους από μας αλλά και σε όσους άλλους εκφράσουν τη διάθεση να ασχοληθούν με την πολεοδομική ιστορία της Πάτρας. Η ηλεκτρονική διασφάλιση δεν αναιρεί βεβαίως την αξία των πρωτότυπων έντυπων χαρτών και την επιτακτική υποχρέωση του Δήμου για την κατάλληλη συντήρηση, την ασφαλή αρχειοθέτησή τους και την ανάδειξη της μοναδικής αυτής κληρονομιάς στις νεότερες γενιές.
Για τους μηχανικούς του Δήμου που ασχολούνται με το Σχέδιο Πόλεως το πολεοδομικό παρελθόν της παλαιάς Πάτρας ξεκινούσε ιστορικά το έτος 1829, με την εκπόνηση και παράδοση του σχεδίου Βούλγαρη στον κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια. Όμως ρυμοτομικό διάγραμμα στο «πνεύμα» του σχεδίου του Βούλγαρη εμφανιζόταν μόλις το έτος 1858 στον μοναδικής αξίας πρωτότυπο χάρτη που βρίσκεται στον Δήμο, ο οποίος απεικονίζει ως υπόβαθρο την πόλη μετά την Τουρκοκρατία.
Το γεγονός ότι μέχρι πρόσφατα απουσίαζε από το αρχειακό μας υλικό οποιοδήποτε στοιχείο εκείνου του μεσοδιαστήματος των 30 περίπου χρόνων μάς είχε δημιουργήσει την «εσφαλμένη» άποψη ότι το ρυμοτομικό διάγραμμα του 1858 αποτελούσε ουσιαστικά την έναρξη της πολεοδομικής ιστορίας της πόλης.
Η αντίληψή μας αυτή αναιρέθηκε όταν πληροφορηθήκαμε την ύπαρξη χαρτών της παλαιάς Πάτρας έτους 1831 στο αρχείο χαρτών του Υπουργείου ΠΕΚΑ. Οι χάρτες αυτοί –τους οποίους είχαν την ευγενή καλοσύνη να μας χορηγήσουν ηλεκτρονικά οι αρμόδιοι συνάδελφοι του υπουργείου–, συνδυασμένοι με το υλικό που αναζητήσαμε στα διατάγματα εκείνης της εποχής, μας οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι το Σχέδιο Πόλεως στις κατευθύνσεις του Βούλγαρη δεν αποτελούσε κάποια γενική πρόταση αλλά είχε θεσμική και κανονιστική ισχύ ήδη από το 1831, πριν δηλαδή από το έτος 1858, που μέχρι πρότινος θεωρούσαμε ως την πολεοδομική αφετηρία στον σχεδιασμό της πόλης.
O εντυπωσιακός κτηματολογικός χάρτης του Cerulli, το ρυμοτομικό διάγραμμα του 1831, που βρίσκεται στο αρχείο του ΥΠΕΚΑ, και η από την 4η Νοεμβρίου του 1831 επιστολή από την Πάτρα της «Επί της τακτοποιήσεως του Σχεδίου Πόλεως Επιτροπής» προς τον πολιτικό τέκτονα Cerulli, που βρίσκεται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, είναι κάποια από τα στοιχεία που μας ώθησαν σε νέους δρόμους αναζήτησης για το θεσμοθετημένο πολεοδομικό παρελθόν της πόλης και μας οδήγησαν στην ανεύρεση νόμων και διαταγμάτων που εκδόθηκαν αμέσως μετά το 1831 και αφορούσαν όχι μόνο την πόλη μας αλλά όλη την επικράτεια του νεοσύστατου κράτους. Έτσι, εντοπίσαμε στα αρχεία του Εθνικού Τυπογραφείου τον Νόμο «Περί συστάσεως Δήμων» (ΦΕΚ 3/10-1-1834), το Διάταγμα «Περί Κτηματολογίων» (ΦΕΚ 70/2-12-1836), τον Νόμο «Περί της διευθύνσεως των πολιτικών δημοσίων οικοδομών» (ΦΕΚ 79/28-12-1836), που είναι αντίστοιχος του σημερινού ΝΟΚ, τον Νόμο ΥΝΖ «Περί των εν Πάτραις οικοπέδων» (ΦΕΚ 18/10-6-1858) και άλλα πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία για τη δομή και την πολεοδομική νομοθεσία εκείνης της εποχής, τα οποία αποτελούν αντικείμενο περαιτέρω έρευνας από τους ενασχολουμένους με το Σχέδιο Πόλεως.
Τα λοιπά «ιστορικά» διαγράμματα που βρίσκονται στο αρχείο του Δήμου από το έτος 1861 και μέχρι το 1930, το καθένα μόνο του αλλά και συνδυασμένα μεταξύ τους, παρουσιάζουν μέσω των επεκτάσεων και των συνεχών τροποποιήσεων την πολεοδομική εξέλιξη του παλαιού σχεδίου της πόλης.
Η ανάγνωσή τους προβάλλει πλέον των πολεοδομικών πληροφοριών πολλά στοιχεία που μπορούν να «ερμηνεύσουν» τις επιλογές για τις κατά καιρούς τροποποιήσεις του Σχεδίου Πόλεως, να αναδείξουν την κοινωνικοπολιτική και οικονομική συγκρότηση της πόλης, να αποτυπώσουν την ανυπαρξία προγραμματισμού στις επεκτάσεις και να εξηγήσουν τα συσσωρευμένα και ανυπέρβλητα προβλήματα του σημερινού πολεοδομικού συγκροτήματος.
Αξίζουν σχολιασμού οι από του έτους 1831 «παρεμβάσεις» για την ελαχιστοποίηση των προβλεπόμενων από το σχέδιο του Βούλγαρη κοινόχρηστων χώρων και ζωνών πρασίνου, όπως και το γεγονός ότι στις τμηματικές επεκτάσεις του Σχεδίου Πόλεως από το έτος 1903 μέχρι το 1929 στη «νέα πόλη», παρόλο που το Σχέδιο Πόλεως διπλασιάστηκε, από 200 Ηα σε 400 Ηα, δεν προστέθηκε κανένας νέος κοινόχρηστος χώρος πλέον αυτών που είχαν σχεδιαστεί το 1831, όταν η έκτασή του ήταν 65 Ηα, έξι (6) φορές δηλαδή μικρότερο.
Σημειώνεται ότι το σχέδιο του έτους 1831, το οποίο είχε ήδη υποστεί αλλαγές σε σχέση με το σχέδιο Βούλγαρη, διατηρούσε τις δύο από τις πέντε πλατείες της Κάτω Πόλης, την «Εθνική Πλατεία» και την «Αγορά Δημοτικών Καρπών», τις σημερινές δηλαδή Πλατεία Γεωργίου του Α΄ και Όλγας αντιστοίχως, ενώ οι προβλεπόμενες από τον Βούλγαρη ζώνες πρασίνου νοτίως του Κάστρου και μεταξύ των οδών Αγίου Γεωργίου, Α. Υψηλάντου και Γεροκωστοπούλου (θέση σήμερα του ανεσκαμμένου αρχαιολογικού χώρου) στην πορεία των χρόνων οικοπεδοποιήθηκαν.
Άξιο αναφοράς επίσης είναι το υλικό που παρουσιάζεται σε αυτή την έκδοση, χωρίς καμία επεξεργασία και με φθορές και το οποίο είναι μέρος του υπάρχοντος στο αρχείο του Δήμου και του ΥΠΕΚΑ, ενώ κάποιο προέρχεται από το προσωπικό αρχείο συνδημοτών, όπως του συναδέλφου μηχανικού κ. Αλέξη Δημητρόπουλου, ο οποίος με την ευαισθησία που αρμόζει στο παρελθόν τα διαφύλαξε ως κειμήλια και είχε την ευγενή καλοσύνη να μας τα διαθέσει και να μας επιτρέψει να τα προβάλουμε, της κ. Λήδας Τασσοπούλου-Παπαμανώλη, που τα ανέσυρε από το οικογενειακό της αρχείο, και του δικηγόρου Πατρών κ. Αλκαίου Βγενόπουλου, που διακρίνοντας το ενδιαφέρον του Δήμου μάς δώρισε ό,τι είχε στην κατοχή του.
Το μοναδικής αξίας και αισθητικής τοπογραφικό διάγραμμα της πάλαι ποτέ ιδιοκτησίας του Θεμιστοκλέους Χρυσανθόπουλου προέρχεται από το προσωπικό αρχείο των κ.κ. Ηλία και Πανάγου Αθανασόπουλου το γένος Γερούση, ψηφιακό αντίγραφο του οποίου μας παραχωρήθηκε με την ευγενική μεσολάβηση του συναδέλφου μηχανικού κ. Θωμά Ζαχαρόπουλου.
Η ανάγνωσή όλου αυτού του υλικού θεωρούμε ότι είναι ενδιαφέρουσα για όλους τους παροικούντες στην Πάτρα, ακόμα και από τους μη κατ’ επάγγελμα εξειδικευμένους, αφού στους χάρτες προβάλλεται η πόλη μετά την Τουρκοκρατία, αναδεικνύεται ο σχεδιασμός της, εξάγονται συμπεράσματα για τη μετέπειτα διαχείριση του Σχεδίου Πόλεως, αναγνωρίζονται κτίρια και ιδιοκτήτες των οποίων οι οικογένειες διαμένουν ακόμη στην πόλη, βλέπουμε τη θέση του Αλληλοδιδακτικού Σχολείου (Πούμπλικο) και τη διανομή των εθνικών γαιών, μαθαίνουμε τη διαδρομή της βόλτας των Πατρινών στο Γυρί, στο Μπολσοκάκ, και αποκτούμε άποψη για τον τρόπο σύνταξης των τοπογραφικών διαγραμμάτων εκείνης της εποχής.
Στην προσπάθειά μας για την ανάδειξη αυτού του πλούτου της πόλης είχαμε την αμέριστη συμπαράσταση της φιλολόγου-ιστορικού κ. Γ. Καΐκα-Μαντανίκα, η οποία αφιλοκερδώς στόλισε την έκδοση με λόγια για την ιστορία της πόλης, την απλόχερη εξειδικευμένη επιστημονική υποστήριξη του καθηγητή του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών κ. Β. Παππά και των συνεργατών του, αλλά πάνω από όλους είχαμε αρωγό τη Δημοτική Αρχή, που αντιλαμβανόμενη την αξία του αρχειακού υλικού επιμελήθηκε αυτή την έκδοση».
Τα εγκαίνια της έκθεσης, στην οποία θα παρουσιαστεί και σχετικό βιβλίο, που εκπόνησαν οι μηχανικοί του Δήμου, θα γίνουν στην Αγορά Αργύρη, την Τετάρτη 22 Οκτωβρίου στις 6.30 το απόγευμα.
Στον πρόλογο τού υπό έκδοση βιβλίου, που υπογράφουν οι μηχανικοί του Δήμου Πατρέων (Ελένη Αλεξοπούλου και Στέλιος Σταματίου), που εργάστηκαν για το βιβλίο, αναφέρονται τα εξής:
«Η ενασχόλησή μας με το Σχέδιο Πόλεως της Πάτρας ξεκίνησε πριν από τριάντα χρόνια περίπου, όταν ως πρωτοδιόριστοι μηχανικοί στον Δήμο τοποθετηθήκαμε στη Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών. Η υπηρεσιακή καθημερινότητα ήταν αυτή που μας άνοιξε τον δρόμο και μας έκανε κοινωνούς του Σχεδίου της πόλης στην οποία ζούσαμε, αποκαλύπτοντάς μας έναν θησαυρό διαγραμμάτων τα οποία, διπλωμένα –για να μην πιάνουν τόπο–, αποτελούσαν το αρχειακό υλικό του Δήμου.
Τα «αραχνοΰφαντα» διαγράμματα, που μετρούσαν τότε πάνω από 100 χρόνια ζωής, με τα καλλιγραφικά γράμματα στους τίτλους και στα υπομνήματα, με τις υπογραφές βασιλέων και υπουργών, απλώνονταν καθημερινά στα τραπέζια και πάνω τους με χάρακες και μολύβια όλοι εμείς οι ενασχολούμενοι με το Σχέδιο Πόλεως, χρησιμοποιώντας τα ως το κυρίως υπόβαθρο της δουλειάς μας, ερμηνεύαμε, μετρούσαμε, σχεδιάζαμε και αποφασίζαμε για την εφαρμογή του, αλλοιώνοντας εν μέρει το περιεχόμενο αυτών των κειμηλίων.
Η συνεχής χρήση είχε αρχίσει από τότε να αφήνει τα σημάδια της, αφού τα διαγράμματα είχαν αρχίσει να ξεθωριάζουν και να φθείρονται και η επιβεβλημένη συντήρησή τους γινόταν εκ των ενόντων με κολλητικές ταινίες, οι οποίες κάλυπταν κυρίως τα σκισίματα, αφήνοντας όμως έντονα τα ίχνη τους πάνω σε αυτό το εξαιρετικά «λεπτεπίλεπτο» υλικό.
Σταδιακά, συνειδητοποιώντας την αξία της μοναδικότητας και ιστορικότητας των διαγραμμάτων και με σύμμαχο τις δυνατότητες που η ηλεκτρονική τεχνολογία προσφέρει, όλο αυτό το αρχειακό υλικό ψηφιοποιήθηκε και ασφαλές πλέον θα μείνει ως παρακαταθήκη στους επόμενους από μας αλλά και σε όσους άλλους εκφράσουν τη διάθεση να ασχοληθούν με την πολεοδομική ιστορία της Πάτρας. Η ηλεκτρονική διασφάλιση δεν αναιρεί βεβαίως την αξία των πρωτότυπων έντυπων χαρτών και την επιτακτική υποχρέωση του Δήμου για την κατάλληλη συντήρηση, την ασφαλή αρχειοθέτησή τους και την ανάδειξη της μοναδικής αυτής κληρονομιάς στις νεότερες γενιές.
Για τους μηχανικούς του Δήμου που ασχολούνται με το Σχέδιο Πόλεως το πολεοδομικό παρελθόν της παλαιάς Πάτρας ξεκινούσε ιστορικά το έτος 1829, με την εκπόνηση και παράδοση του σχεδίου Βούλγαρη στον κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια. Όμως ρυμοτομικό διάγραμμα στο «πνεύμα» του σχεδίου του Βούλγαρη εμφανιζόταν μόλις το έτος 1858 στον μοναδικής αξίας πρωτότυπο χάρτη που βρίσκεται στον Δήμο, ο οποίος απεικονίζει ως υπόβαθρο την πόλη μετά την Τουρκοκρατία.
Το γεγονός ότι μέχρι πρόσφατα απουσίαζε από το αρχειακό μας υλικό οποιοδήποτε στοιχείο εκείνου του μεσοδιαστήματος των 30 περίπου χρόνων μάς είχε δημιουργήσει την «εσφαλμένη» άποψη ότι το ρυμοτομικό διάγραμμα του 1858 αποτελούσε ουσιαστικά την έναρξη της πολεοδομικής ιστορίας της πόλης.
Η αντίληψή μας αυτή αναιρέθηκε όταν πληροφορηθήκαμε την ύπαρξη χαρτών της παλαιάς Πάτρας έτους 1831 στο αρχείο χαρτών του Υπουργείου ΠΕΚΑ. Οι χάρτες αυτοί –τους οποίους είχαν την ευγενή καλοσύνη να μας χορηγήσουν ηλεκτρονικά οι αρμόδιοι συνάδελφοι του υπουργείου–, συνδυασμένοι με το υλικό που αναζητήσαμε στα διατάγματα εκείνης της εποχής, μας οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι το Σχέδιο Πόλεως στις κατευθύνσεις του Βούλγαρη δεν αποτελούσε κάποια γενική πρόταση αλλά είχε θεσμική και κανονιστική ισχύ ήδη από το 1831, πριν δηλαδή από το έτος 1858, που μέχρι πρότινος θεωρούσαμε ως την πολεοδομική αφετηρία στον σχεδιασμό της πόλης.
O εντυπωσιακός κτηματολογικός χάρτης του Cerulli, το ρυμοτομικό διάγραμμα του 1831, που βρίσκεται στο αρχείο του ΥΠΕΚΑ, και η από την 4η Νοεμβρίου του 1831 επιστολή από την Πάτρα της «Επί της τακτοποιήσεως του Σχεδίου Πόλεως Επιτροπής» προς τον πολιτικό τέκτονα Cerulli, που βρίσκεται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, είναι κάποια από τα στοιχεία που μας ώθησαν σε νέους δρόμους αναζήτησης για το θεσμοθετημένο πολεοδομικό παρελθόν της πόλης και μας οδήγησαν στην ανεύρεση νόμων και διαταγμάτων που εκδόθηκαν αμέσως μετά το 1831 και αφορούσαν όχι μόνο την πόλη μας αλλά όλη την επικράτεια του νεοσύστατου κράτους. Έτσι, εντοπίσαμε στα αρχεία του Εθνικού Τυπογραφείου τον Νόμο «Περί συστάσεως Δήμων» (ΦΕΚ 3/10-1-1834), το Διάταγμα «Περί Κτηματολογίων» (ΦΕΚ 70/2-12-1836), τον Νόμο «Περί της διευθύνσεως των πολιτικών δημοσίων οικοδομών» (ΦΕΚ 79/28-12-1836), που είναι αντίστοιχος του σημερινού ΝΟΚ, τον Νόμο ΥΝΖ «Περί των εν Πάτραις οικοπέδων» (ΦΕΚ 18/10-6-1858) και άλλα πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία για τη δομή και την πολεοδομική νομοθεσία εκείνης της εποχής, τα οποία αποτελούν αντικείμενο περαιτέρω έρευνας από τους ενασχολουμένους με το Σχέδιο Πόλεως.
Τα λοιπά «ιστορικά» διαγράμματα που βρίσκονται στο αρχείο του Δήμου από το έτος 1861 και μέχρι το 1930, το καθένα μόνο του αλλά και συνδυασμένα μεταξύ τους, παρουσιάζουν μέσω των επεκτάσεων και των συνεχών τροποποιήσεων την πολεοδομική εξέλιξη του παλαιού σχεδίου της πόλης.
Η ανάγνωσή τους προβάλλει πλέον των πολεοδομικών πληροφοριών πολλά στοιχεία που μπορούν να «ερμηνεύσουν» τις επιλογές για τις κατά καιρούς τροποποιήσεις του Σχεδίου Πόλεως, να αναδείξουν την κοινωνικοπολιτική και οικονομική συγκρότηση της πόλης, να αποτυπώσουν την ανυπαρξία προγραμματισμού στις επεκτάσεις και να εξηγήσουν τα συσσωρευμένα και ανυπέρβλητα προβλήματα του σημερινού πολεοδομικού συγκροτήματος.
Αξίζουν σχολιασμού οι από του έτους 1831 «παρεμβάσεις» για την ελαχιστοποίηση των προβλεπόμενων από το σχέδιο του Βούλγαρη κοινόχρηστων χώρων και ζωνών πρασίνου, όπως και το γεγονός ότι στις τμηματικές επεκτάσεις του Σχεδίου Πόλεως από το έτος 1903 μέχρι το 1929 στη «νέα πόλη», παρόλο που το Σχέδιο Πόλεως διπλασιάστηκε, από 200 Ηα σε 400 Ηα, δεν προστέθηκε κανένας νέος κοινόχρηστος χώρος πλέον αυτών που είχαν σχεδιαστεί το 1831, όταν η έκτασή του ήταν 65 Ηα, έξι (6) φορές δηλαδή μικρότερο.
Σημειώνεται ότι το σχέδιο του έτους 1831, το οποίο είχε ήδη υποστεί αλλαγές σε σχέση με το σχέδιο Βούλγαρη, διατηρούσε τις δύο από τις πέντε πλατείες της Κάτω Πόλης, την «Εθνική Πλατεία» και την «Αγορά Δημοτικών Καρπών», τις σημερινές δηλαδή Πλατεία Γεωργίου του Α΄ και Όλγας αντιστοίχως, ενώ οι προβλεπόμενες από τον Βούλγαρη ζώνες πρασίνου νοτίως του Κάστρου και μεταξύ των οδών Αγίου Γεωργίου, Α. Υψηλάντου και Γεροκωστοπούλου (θέση σήμερα του ανεσκαμμένου αρχαιολογικού χώρου) στην πορεία των χρόνων οικοπεδοποιήθηκαν.
Άξιο αναφοράς επίσης είναι το υλικό που παρουσιάζεται σε αυτή την έκδοση, χωρίς καμία επεξεργασία και με φθορές και το οποίο είναι μέρος του υπάρχοντος στο αρχείο του Δήμου και του ΥΠΕΚΑ, ενώ κάποιο προέρχεται από το προσωπικό αρχείο συνδημοτών, όπως του συναδέλφου μηχανικού κ. Αλέξη Δημητρόπουλου, ο οποίος με την ευαισθησία που αρμόζει στο παρελθόν τα διαφύλαξε ως κειμήλια και είχε την ευγενή καλοσύνη να μας τα διαθέσει και να μας επιτρέψει να τα προβάλουμε, της κ. Λήδας Τασσοπούλου-Παπαμανώλη, που τα ανέσυρε από το οικογενειακό της αρχείο, και του δικηγόρου Πατρών κ. Αλκαίου Βγενόπουλου, που διακρίνοντας το ενδιαφέρον του Δήμου μάς δώρισε ό,τι είχε στην κατοχή του.
Το μοναδικής αξίας και αισθητικής τοπογραφικό διάγραμμα της πάλαι ποτέ ιδιοκτησίας του Θεμιστοκλέους Χρυσανθόπουλου προέρχεται από το προσωπικό αρχείο των κ.κ. Ηλία και Πανάγου Αθανασόπουλου το γένος Γερούση, ψηφιακό αντίγραφο του οποίου μας παραχωρήθηκε με την ευγενική μεσολάβηση του συναδέλφου μηχανικού κ. Θωμά Ζαχαρόπουλου.
Η ανάγνωσή όλου αυτού του υλικού θεωρούμε ότι είναι ενδιαφέρουσα για όλους τους παροικούντες στην Πάτρα, ακόμα και από τους μη κατ’ επάγγελμα εξειδικευμένους, αφού στους χάρτες προβάλλεται η πόλη μετά την Τουρκοκρατία, αναδεικνύεται ο σχεδιασμός της, εξάγονται συμπεράσματα για τη μετέπειτα διαχείριση του Σχεδίου Πόλεως, αναγνωρίζονται κτίρια και ιδιοκτήτες των οποίων οι οικογένειες διαμένουν ακόμη στην πόλη, βλέπουμε τη θέση του Αλληλοδιδακτικού Σχολείου (Πούμπλικο) και τη διανομή των εθνικών γαιών, μαθαίνουμε τη διαδρομή της βόλτας των Πατρινών στο Γυρί, στο Μπολσοκάκ, και αποκτούμε άποψη για τον τρόπο σύνταξης των τοπογραφικών διαγραμμάτων εκείνης της εποχής.
Στην προσπάθειά μας για την ανάδειξη αυτού του πλούτου της πόλης είχαμε την αμέριστη συμπαράσταση της φιλολόγου-ιστορικού κ. Γ. Καΐκα-Μαντανίκα, η οποία αφιλοκερδώς στόλισε την έκδοση με λόγια για την ιστορία της πόλης, την απλόχερη εξειδικευμένη επιστημονική υποστήριξη του καθηγητή του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών κ. Β. Παππά και των συνεργατών του, αλλά πάνω από όλους είχαμε αρωγό τη Δημοτική Αρχή, που αντιλαμβανόμενη την αξία του αρχειακού υλικού επιμελήθηκε αυτή την έκδοση».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου